Γυναίκα, όταν ήμουν 10-14 ετών…

Δεν θυμάμαι επακριβώς πότε άρχισε, ούτε ξεκάθαρα την πρώτη φορά. Ήμουν πάντως γύρω στα 10 ή 11. Ήταν κάτι που γινόταν κατ’ επανάληψη για πολύ καιρό, με διάρκεια χρόνων. Σεξουαλική κακοποίηση από τον άντρα της αδερφής μου. Υπάρχουν φορές που τις θυμάμαι έντονα, όπως την πρώτη φορά που με ‘φίλησε’ με γλώσσα παραβιάζοντας το στόμα μου που πάλευα να κρατήσω κλειστό, ή τις φορές που κάνοντας ό,τι έκανε πάνω μου τον έβλεπα με στύση χωρίς να καταλαβαίνω τι γίνεται, τι είναι όλο αυτό. Όλα γίνονταν κάτω από την μύτη της αδερφής μου – ενίοτε πίσω από μια κλειδωμένη πόρτα. Δεν με προστάτεψε, κι ας αντιλαμβανόταν πως κάτι συμβαίνει. Ως παιδί δεν μίλησα. Ήταν κάτι για το οποίο ντρεπόμουν κι ας μην έφταιγα εγώ. Ήταν ένα μπέρδεμα καταπιεστικό, μια ιδιαίτερη ‘σχέση’ μαζί του που μου προσέδιδε εύνοια, αποκλειστικότητα, και ως παιδί δεν με έπαιρνε να ‘προδώσω’. Όταν βρήκα τη δύναμη και μίλησα στην οικογένειά μου μετά από πάρα πολλά χρόνια έζησα έναν βαρύ δευτερογενή βιασμό-τραυματισμό, αυτόν της επιβεβλημένης σιωπής. Μέλη της οικογένειας που συνδέονταν στενά μαζί του κι ενώ έβλεπαν την πάστα του, όπως έλεγαν, έπεσαν να με φάνε για να μείνει το στόμα μου κλειστό. Οι γονείς μου τον ξαπόστειλαν, αλλά το τείχος σιγής, η ομερτά των συνειδητών ή ασυνείδητων ‘συμμάχων’ του στην ευρύτερη οικογένεια, καθώς και ο φρικτός για τα θύματα νόμος της παραγραφής, τον προστάτεψαν ώστε να μείνει ανενόχλητος και να παραμείνει ως ‘καλός’ οικογενειάρχης με την αδερφή μου.