Γυναίκα, όταν ήμουν 37-39 ετών…

Έμεινα έγκυος από μια ελεύθερη σχέση που είχα για τουλάχιστον 5 χρόνια. Καθόλη την εγκυμοσύνη μου, έλεγε ότι είναι λάθος το παιδί και μάλιστα ήθελε να το ρίξω, μου έλεγε ότι δε θα γίνει ποτέ σύζυγος και σύντροφος και να μην ελπίζω για κάτι τέτοιο. Απέφευγε κάθε κουβέντα που προσπαθούσα να κάνω για να βελτιώσουμε το μεταξύ μας. Αποσιωπούσε και μου έλεγε να γεννηθεί το μωρό και μετά θα τα συζητήσουμε δημιουργώντας μου μεγάλη ανασφάλεια και αγωνία. Μετά την επιμονή μου να το μεγαλώσω έστω και μόνη μου με έπεισε να παντρευτούμε γατί ήταν πιο εύκολο για την αναγνώρισή του παιδιού και για το τι θα πει ο κόσμος, γιατί του ήταν πολύ δύσκολο να παρουσιάσει ένα παιδί εκτός γάμου στον κύκλο του. Μάλιστα ήρθε και μου έφερε ένα δαχτυλίδι και μου είπε ότι μου το δίνει γιατί πρέπει και να μην περιμένω πρόταση γάμου. Δεν έμεινε ποτέ μαζί μου ούτε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά ούτε και μετά τη γέννηση του παιδιού. Μετά από 10-20 μέρες που γέννησα το παιδί μας, έγινε ένας καυγάς πετούσε και έσπαγε μπιμπερό και το θερμός του μωρού, φώναζε ότι είμαι τρελή και που έχει μπλέξει , και ότι δε με άντεχε άλλο, με απειλούσε ότι θα πάρουμε διαζύγιο και πήρε μπροστά μου τους γονείς του τηλέφωνο να του βρουν δικηγόρο και μετά πήρε τη μαμά μου να έρθει για να με συνετίσει. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της άτυπης συμβίωσης και του εικονικού γάμου με κατηγορούσε ότι εγώ έφταιγα που είχα νεύρα και με απομόνωσε από κάθε είδους συναναστροφή με τις φίλες μου λέγοντάς μου να μεγαλώσει πρώτα το μωρό και μετά, ενώ αυτός έμενε ανενόχλητος στο σπίτι του, έβγαινε με τους φίλους του, και δεν είχε αλλάξει τον τρόπο ζωής του στο ελάχιστο. Ερχόταν καθημερινά να μας επισκεφτεί από μισή ώρα έως 3 ώρες στην καλύτερη και πάντα εξαρτιόταν από τη συμπεριφορά μου και τα νεύρα μου όπως έλεγε. Σε όλα αυτά δε συμμετείχε οικονομικά στις ανάγκες του μωρού και του σπιτιού.