Γυναίκα, όταν ήμουν 16-20 ετών…
Ήταν το αφεντικό στην πρώτη μου δουλειά, γιος πολύ καλών οικογενειακών φίλων. Με στρίμωχνε όπου και όταν μπορούσε και προσπαθούσε να μου πιάσει το στήθος λέγοντας ότι του αρέσει να με πειράζει. Μου πίεζε το πρόσωπο και προσπαθούσε να με φιλήσει στο στόμα. Επειδή αντιδρούσα και τον απέφευγα, άρχισε να το κάνει όταν έπρεπε να βρεθώ στο αυτοκίνητο του. Πάντα μου έλεγε ότι αν δεν μου αρέσει να του το πω. Πάντα του έλεγα ότι δεν μου αρέσει. Ποτέ δεν σταμάτησε. Ένα βράδυ θα με γύριζε από τη δουλειά στο σπίτι και ξεκίνησε πάλι με το χέρι στο στήθος μου, το είχε κάνει τόσες φορές όλα αυτά τα χρόνια που δούλευα στο μαγαζί του που πια απλά πάγωνα. Ήξερα ότι η γνώμη μου δεν μετρούσε έτσι κι αλλιώς. Ένα λεπτό πριν φτάσουμε έξω από το σπίτι μου έβαλε το χέρι του μέσα από το παντελόνι και το εσώρουχο μου. Ένιωθα να μην μπορώ να αναπνεύσω. Κατέβηκα και άρχισα να κλαίω αφού μπήκα στην πολυκατοικία. Από τότε απέφευγα να πηγαίνω στη δουλειά για το λίγο που θα παρέμενα σε αυτή την πόλη. Όσες φορές τον έχω συναντήσει έχει προσπαθήσει να με αγγίξει.