Γυναίκα, όταν ήμουν 8-10 ετών…
Ήμουν στην ηλικία των 8-10, ίσως και πιο μικρή όταν ξεκίνησε. Ζούσα σε ένα σπίτι με τους γονείς μου πριν χωρίσουν στο οποίο απέναντι μας υπήρχε ένα γειτονικό σπίτι. Ήταν απομονωμένη η περιοχή. Ήταν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που είχαν αυτό το σπίτι σαν εξοχικό. Με την οικογένεια μου είχαν πολύ καλές φιλικές σχέσεις. Δεν θυμάμαι πως ξεκίνησε, θυμάμαι πως πήγαινα κι εγώ όπως και η γιαγιά μου να τους επισκεφτώ γιατί μου έδιναν γλυκά και δώρα. Η γυναίκα με συμπαθούσε πολύ, ο άντρας της όμως δεν είχε αυτόν τον σκοπό καθώς με κάποιο τρόπο με πλησίασε όταν έλειπαν οι γονείς μου, ερχόταν σπίτι μας και έλεγε σε εμένα και τον αδερφό μου να πάω εγώ σπίτι του να μου δώσει γλυκά για να του φέρω κι εκείνου. Είχα μπει σε μια κατάσταση “σχέσης” με έναν άνθρωπο 50-60 χρόνια μεγαλύτερο μου. Σε αυτά τα χρόνια εγώ δεν είχα καταλάβει τι γινόταν και γιατί, καθώς είχαν συμβεί όλα τα άλλα εκτός από το να εισχωρήσει κανονικά γιατί πονούσα. Ήταν το μυστικό μας, δεν έπρεπε να το πω πουθενά και η μητέρα μου δεν μου είχε μιλήσει ποτέ για να με προϊδεάσει σχετικά με όλα αυτά. Άρχισα να καταλαβαίνω τι συμβαίνει όταν χώρισαν οι γονείς μου κι εγώ με την μητέρα μου έφυγα από αυτό το σπίτι. Μου είχε πάρει ένα κινητό για το οποίο είχε τον αριθμό μου και μου έστελνε μηνύματα ανελλιπώς και με έπαιρνε κλήσεις, όμως εγώ δεν το σήκωνα και όταν πήγαινα να δω τον πατέρα μου προσπαθούσα να μην με δει και να φύγω σύντομα από εκεί. Δύο με 3 χρόνια αργότερα προσπάθησε να κάνει το ίδιο στην ξαδερφούλα μου που έμενε εκεί, πάνω από εμάς. Δεν το κατάφερε καθώς η θεία μου ήταν υπερπροστατευτική. Όταν μαθεύτηκε αυτό, το μυαλό όλων πήγε σε εμένα και προσπαθούσαν όλοι να μου αποσπάσουν πληροφορίες. Στα 12-13 μου όταν τα κατάφερε η γιαγιά μου, δεν το είπε σε κανέναν γιατί της είπα ότι φοβόμουν με αποτέλεσμα να μην φροντίσει καμία ψυχολογική στήριξη και να ξεκινήσει απειλές προς αυτόν τηλεφωνικώς για χρήματα προκειμένου να μην τον πάει δικαστικώς. Έγινε μια τρύπα στο νερό, μέχρι τα 21 το κρατούσα μέσα μου.