Γυναίκα, όταν ήμουν 17-19 ετών…
Ήμουν 17, είχα «κερδίσει χρόνο» όταν βρέθηκα στην Αθήνα για σπουδές και θέλησα να μάθω πιάνο, μια επιθυμία που είχα αρκετά χρόνια αλλά καθώς μεγάλωνα σε απομονωμένο μέρος ήταν δύσκολο. Ξεκίνησα μαθήματα στο ωδείο της τότε γειτονιάς μου. Ο πιανίστας και ιδιοκτήτης του ωδείου ήταν αρκετά καθοδηγητικός και υπομονετικός. Συχνά συζητούσαμε και για θέματα πέραν της μουσικής, για τον τόπο μου και τη ζωή μου. Επέμενε να πάμε για ρακές όταν «κλείσω τα 18» αλλά πάντα το απέφευγα. Άργησα πολύ να καταλάβω ότι αυτό δεν ήταν τυπικό ενδιαφέρον. Όταν κάναμε εκμάθηση 4 χέρια καθόταν δίπλα μου και κολλούσε πάνω μου, μερικές φορές μάλιστα έπεφτε πάνω στο στήθος μου με το κεφάλι του να ακουμπάει εκεί, ενώ προσπαθούσε να παίξει πιο απομακρυσμένες νότες προς τη πλευρά μου. Ενίοτε θα ξεκούραζε το δεξί του χέρι πάνω στον αριστερό μου μηρό και κάποιες φορές θα έφτανε να με αγγίζει μέχρι τη πτυχή προς το μπικίνι. Ένιωθα άβολα αλλά δε μπορούσα να κάνω κάτι ούτε να ερμηνεύσω αυτό που αισθανόμουν. Άλλες φορές θα σχολίαζε το ντύσιμο μου, όταν φορούσα φόρμες, ότι «τον κολάζω» και «ανάβω φωτιές». Συνήθως δεν απαντούσα, ή θα έκανα κάποιον αμήχανο μορφασμό. Σχεδόν δυο χρόνια αργότερα δέχτηκα να πάμε μετά το μάθημα έξω για μπύρα. Εκείνος ήπιε αρκετά (εγώ ελάχιστα) και άρχισε να μου μιλάει για την οικογένεια του και για το πως έχει χωρίσει αλλά συνεχίζει κανονικά τη σεξουαλική του ζωή. Πως η τελευταία κοπέλα που είχε ήταν μια «στην ηλικία μου» και από «τον τόπο καταγωγής μου». Τότε ήμουν 19 και εκείνος τουλάχιστον 50. Μου είπε πώς «έβρισκε τα σιδεράκια μου πολύ σέξυ και εμένα ακόμη περισσότερο» αλλά πάλι δε κατάλαβα γιατί το είπε αυτό. Συνέχισε λέγοντας ότι «ό,τι κάνει, δεν το μαθαίνει κανένας στη γειτονιά, ξέρει να κρατάει καλά μυστικά» και τότε απόρησα και άρχισα να υποψιάζομαι τι εννοεί. Βρήκα την ευκαιρία και μόλις πήγε στη τουαλέτα πήρα τηλέφωνο την αδερφή μου και της ζήτησα να με περιμένει να γυρίσω. Σταμάτησα το πιάνο έπειτα από 1 εβδομάδα και ακόμη αηδιάζω όταν θυμάμαι.