Γυναίκα, όταν ήμουν 24 ετών…

Πριν πολλά χρόνια, σ’ ένα πάρτι στην παραλιακή, δεν θυμάμαι πώς και τι, έπρεπε να φοράμε τιρκουάζ, και όλο το βράδυ, τα ποτά ήταν δωρεάν. Γνώρισα κάποιον, γνωστός γνωστών, είχα πιει, φιλιόμασταν, θυμάμαι την αδερφή μου στο τέλος να με τραβάει να φύγουμε, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, μιλήσαμε μες στην εβδομάδα, ήθελε να κανονίσουμε για Σάββατο βράδυ. Ήμουν μικρή. Είπε ότι το σπίτι φίλου του είναι άδειο κι έχει τα κλειδιά, είπε ότι ο ίδιος δεν θέλει να πιει πάλι, λέω προτιμώ να βγω, λέει αλήθεια είναι κουρασμένος γιατί είχε προπόνηση, ας πάω ν’ αράξουμε, λέω ότι δεν θέλω καθόλου, επιμένει, επιμένω, λέει τότε ΟΚ, άλλη φορά, λέω εντάξει, δεν ήταν μακριά, θα πάω. Μένει κι αυτός κοντά, είπαμε, γνωστός γνωστών, έρχεται να με πάρει και πάμε. Και καθόμαστε στο ξένο σπίτι και αρχίζει να με πιέζει να κάνουμε σεξ. Προσπαθούσε να με πείσει για ώρες. Παρακαλούσα να μ’ αφήσει να φύγω, σε κάποια φάση κλείδωσε την πόρτα και πήρε το κλειδί, τρομοκρατήθηκα αλλά δεν ούρλιαζα. Δεν ήθελα να φανώ μη-πολιτισμένη. Δεν ήθελα να μ’ ακούσουν οι γείτονες και να με κρίνουν που βρισκόμουν εκεί. Κι ας με απείλησε ότι ή θα κάνω κάτι εγώ με τη θέλησή μου, ή θα μου το κάνει εκείνος. Έκανα. Με γύρισε σπίτι, είπε ότι θα με πάρει τηλέφωνο, κλείστηκα στο δωμάτιό μου κι έκλαιγα. Και με πήρε τηλέφωνο λίγες μέρες μετά, να ξαναβγούμε. Στο δικό του το μυαλό δεν είχε κάνει τίποτα κακό. [Μετά από εκείνη τη φορά ήταν που αποφάσισα πως δεν μπορώ να ξαναβρεθώ σε σπίτι μόνη με άντρα που δεν ξέρω πολλά χρόνια, εκτός κι αν είμαι σίγουρη ότι θέλω να κάνω σεξ μαζί του].